Η κλασική πλέον στην Ιαπωνία pulp νουβέλα του Itaro Yamagami που κυκλοφόρησε την δεκαετία του 1920 αποτέλεσε τεράστια εμμονή του Masahiro Makino. Ο Masahiro Makino είναι ένας από τους πιο γνωστούς και εμπορικά επιτυχημένους σκηνοθέτες στην Ιαπωνία με μεγάλες επιτυχίες τόσο του βωβού κινηματογράφου όσο και του ομιλούντος. Ήταν γιος του επονομαζόμενου πατέρα του Ιαπωνικού κινηματογράφου Shozo Makino. Ήταν τέτοια η εμμονή του Masahiro με αυτό το έργο που τον οδήγησε στην σκηνοθεσία της πρώτης ταινίας το 1928 και τριών remake στα επόμενα χρόνια της καριέρας του.
Η πρώτη του ταινία του 1928 λογοκρίθηκε εντόνως λόγω της σκληρής κριτικής που ασκούσε στην Ιαπωνική κοινωνία της Edo εποχής. Ίσως αυτό ήταν που τον ώθησε να κυνηγήσει μέχρι τέλους το όνειρό του, να δημιουργήσει μια ταινία αντάξια της επιρροής σε όλη την Ιαπωνία που είχε η νουβέλα πάνω στην οποία στηρίχθηκε. Αυτή η εκδοχή του 1957 είναι η τελευταία που σκηνοθέτησε ο ίδιος αλλά συνέχισε την ενασχόλησή του με το θέμα ως επιβλέπων στην τελευταία εκδοχή που γυρίστηκε το 1990.
Η ταινία αποτελεί όντως μια δρυμεία κριτική της Edo εποχής της Ιαπωνίας παρουσιάζοντας την σαν μια παρακμιακή και άναρχη περίοδο. Η πόλη στην οποία διαδραματίζεται η ιστορία αποτελεί ένα μόνιμο πεδίο έχθρας και αντιπαλότητας μεταξύ των περήφανων και αλαζώνων samurai και των κατεστραμένων οικονομικά και ηθικά ronin. Για όσους τυχόν δεν γνωρίζουν, ronin είναι ο άνεργος samurai που έχοντας χάσει την στήριξη του πλούσιου αφεντικού του που τον πλήρωνε για προστασία, τώρα περιφέρεται άσκοπα ζώντας στο περιθώριο, προσπαθώντας να επιβιώσει.
Οι ronin περνούν όλο τους το χρόνο μπλέκοντας σε καυγάδες όντας συνεχώς μεθυσμένοι. Η ηθική τους έχει εκφυλισθεί τόσο ώστε δεν διστάζουν ακόμα και σε καυγάδες τιμής να κάνουν συμφωνίες με τον αντίπαλο για λύση της διαφοράς τους με αντίτιμο λίγο sake. Ζουν σε βάρος γυναικών που τους ζουν κλέβοντας ή παρέχοντας με αμοιβή τις υπηρεσίες τους σε άλλους άντρες. Έχει χαθεί κάθε κώδικας τιμής που κάποτε υπηρετούσαν σαν samurai. Και από την άλλη όμως πλευρά, οι samurai παρουσιάζονται σαν ηθικά απονευρωμένοι και ανίκανοι άνθρωποι με ένα υπερβολικό αίσθημα ανωτερότητας απέναντι σε όλους τους υπόλοιπους, ενώ το μόνο τους ενδιαφέρον είναι να αποδείξουν την δύναμή τους στους ronin προκειμένου να διατηρήσουν τα πλεονεκτήματα της θέσης τους.
Το επίσημο κράτος διακωμωδείται πλήρως μέσω του εξευτελισμού των δύο επίσημων εκπροσώπων του, των δύο αστυνομικών, οι οποίοι αντιλαμβανόμενοι την αδυναμία τους να ελέγξουν τους ronin και samurai, καταλήγουν να αφήνουν την κοινωνία σε μια κατάσταση αναρχίας που εξαρτάται από τις ορέξεις και το επίπεδο αλκοόλ στο αίμα των δύο αυτών ομάδων.
Πρωταγωνιστές είναι 4 ronin ο καθένας εκ των οποίων αντιμετωπίζει διαφορετικές καταστάσεις στην ζωή του. Ο ένας έχει την δυνατότητα να επαναπροσληφθεί από το αφεντικό του εφόσον του επιστρέψει ένα μαχαίρι που του το είχε εμπιστευτεί, το οποίο όμως είχε πουλήσει προκειμένου να επιβιώσει. Αντιλαμβανόμενος την τύχη που του χαμογέλασε αλλά και την αδυναμία του να αγοράσει το μαχαίρι, παραδίδεται στην μοίρα του και πνίγει τον πόνο του στο ποτό. Για ακόμα μια φορά, μια γυναίκα είναι αυτή που αποδεικνύει ότι έχει την δύναμη να ανταποκριθεί στις δυσκολίες που προκύπτουν. Η αδερφή του δεν διστάζει ακόμα και να πουλήσει τον εαυτό της προκειμένου να βρει τα χρήματα που θα σώσουν τον αδερφό της.
Οι άλλοι 3 ronin είναι θερμόαιμοι τυχοδιώκτες με μια συνεχόμενη αντιπαλότητα μεταξύ τους που απέναντι στον τελικό κίνδυνο της καταστροφής του ενός από τους samurai, αποδεικνύουν ότι τελικά δεν είναι τόσο ηθικά έκπτωτοι όσο περιμέναμε.
Το σχόλιο του σκηνοθέτη είναι κοινωνικό, θέλοντας να δείξει ότι μια κοινωνική ομάδα με παρόμοια χαρακτηριστικά τελικά μένει ενωμένη μπροστά στις δυσκολίες έστω και αν πολλές διαφορές χωρίζουν τα μέλη της. Τοποθετεί όμως στην πραγματική της διάσταση και την περίοδο αυτή της ιστορίας της Ιαπωνίας αφαιρώντας κάθε ρομαντισμό και αίσθημα περηφάνιας και τιμής, προσπαθώντας να αλλάξει αυτήν την διαστρεβλωμένη αντίληψη που είχε διαμορφωθεί στην μνήμη των συμπατριωτών του.
Ο Makino δημιουργεί πολύ ωραίες εικόνες με τα πλάνα του, προσφέρει άφθονες σκηνές μάχης, διανθίζει την αφήγησή του με πολλές δόσεις χιούμορ και παρουσιάζει την ανθρώπνη πλευρά των ηρώων του προκαλώντας τον θεατή να ταυτισθεί μαζί τους και να τους συμπαθήσει. Η σκηνοθεσία του όμως είναι πολύ κλασική χωρίς να μπορεί να κλέψει την παράσταση και οι σκηνές μάχης σε πολλά σημεία γίνονται πολύ θεατρικές. Ίσως τελικά για αυτό να μην είναι ιδιαίτερα γνωστός ο Makino εκτός Ιαπωνίας. Μου έδωσε την εντύπωση ότι στοχεύει περισσότερο στην εμπορικότητα παρά στο καλλιτεχνικό βάθος. Δεν μπορεί παρά να χάσει σε μια σύγκριση με αριστουργήματα του είδους που έχουμε δει από Ιάπωνες σκηνοθέτες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ταινία δεν θα ευχαριστήσει τους λάτρεις του Ιαπωνικού κινηματογράφου και ιδιαίτερα των ταινιών με samurai.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Δεν θα το δώ το δηλώνω αλλα αυτό με τον εκφυλισμό της ηθικής των Samurai...κάτι μου κάνει σε καλό!Μιλάμε για δράμα,για κοινωνικό ή για κωμωδία?Δεαν το πολυκατάλαβα αυτό...!
Ούτε ο Μakino το ξεκαθάρισε αυτό στην ταινίατου με αποτέλεσμα να ξεκινάει σαν κωμωδία, να γίνεται κοινωνικό και στην πορεία λίγο δράμα με μια δόση περιπέτειας.
Κυρίως σε αυτό το χαρακτηριστικό της ταινίας εντοπίζω την προσπάθεια του Makino να κάνει την ταινία πιο εμπορική και ευρέως αποδεκτή.
αααα...κατάλαβα!οκ.
Δημοσίευση σχολίου