
Με έναν άκρως ποιητικό τρόπο ο Peixoto στηριζόμενος κυρίως στην μαγεία της εικόνας δημιούργησε μια βουβή ταινία που συναρπάζει με την ομορφιά της αλλά και την σκηνοθετική της μαεστρία. Δυστυχώς ο Peixoto δεν έκανε άλλη ταινία στην ζωή του, άφησε όμως παρακαταθήκη στον παγκόσμιο κινηματογράφο το Limite.
Η υπόθεση της ταινίας, όπως άλλωστε ταιριάζει σε ένα avant-guarde εγχείρημα, μπορεί να είναι απλή αλλά όχι και ξεκάθαρη. Τρεις άνθρωποι βρίσκονται μέσα σε μια βάρκα που πλέει μέσα στο ωκεανό. Τι τους οδήγησε σε αυτήν δεν αναφέρεται. Ο θεατής καλείται να λύσει τον γρίφο της ιστορίας σταδιακά, μέσα από flash-back που αρχίζουν σιγά-σιγά να ξεδιπλώνουν τις προσωπικές ιστορίες των τριών ανθρώπων. Η ταινία είναι βουβή, οπότε καλούμαστε να ανακαλύψουμε τα ανθρώπινα συναισθήματα μέσα από τις κινήσεις και τις εκφράσεις τους. Μια έκδηλη απόγνωση χαρακτηρίζει και τους τρεις εξάπτωντας έτσι και την φαντασία του κοινού για το τι έχει προηγηθεί. Τα χωρίς λογική ή χρονική συνέχεια flash-back λειτουργούν όπως θα λειτουργούσαν άλλωστε και οι αναμνήσεις αυτών των παρατημένων πλέον από την ζωή ανθρώπων.

Ο Peixoto μελέτησε σε βάθος το avant-guarde κίνημα, όπως αποδεικνύει η σκηνοθεσία του. Η κάμερά του άλλες φορές σαν ένα μικρό παιδί παρακολουθεί απλά, καθημερινά αντικείμενα και την λειτουργία τους από διαφορετικές οπτικές γωνίες ενώ άλλες φορές αναλαμβάνει η ίδια τα ηνία στην αφήγηση εκμεταλλευόμενη το φυσικό περιβάλλον προκειμένου να περάσει το δικό της μήνυμα. Κοντινά πλάνα, out-of-focus, υπέροχα travelling, στροβιλισμοί και εξαιρετικά μακρινά, εναλλάσσονται στα χερια του Peixoto με έναν τρόπο που αποδεικνύουν ότι κατέθεσε την ψυχή του σε αυτήν την ταινία. Δεν αντιγράφει τους master του είδους. Δεν κάνει μια σύνοψη του avant-guarde κινήματος, την ώρα που ο αναδυόμενος ομιλών κινηματογράφος στρέφει την προσοχή του κοινού στους διαλόγους και όχι στην εικόνα. Κάνει βίωμα του ένα κινηματογραφικό είδος που αγαπάει πολύ και προσπαθεί να πει μέσα από αυτήν την φόρμα τρεις άκρως ανθρώπινες ιστορίες απόγνωσης και αυτοκαταστροφής.
Το τέλος της ταινίας βάσει της δικής μου ερμηνείας το βρήκα ιδιαιτέρως συγκινητικό, ενώ η γλυκιά μελωδία του Gymnopédie που έχει κολλήσει στο μυαλό μου αποτελεί το ιδανικό επισφράγισμα μιας πολύ καλής ταινίας που θα ικανοποιήσει όλους τους οπαδούς των avant-guarde ταινιών. Η μεγάλη της διάρκεια (κρατά 2 ώρες) θα αποτελεί σίγουρα έναν αποτρεπτικό παράγοντα για πολλούς, καθώς και το γεγονός ότι είναι μια αρκετά καταθλιπτική ταινία. Ένα δείγμα της ταινίας που βρήκα στο youtube θα σας δώσει μια πρώτη ιδέα και ελπίζω να σας εξάψει την επιθυμία για μια θέαση της.