
Λίγο πριν τις γιορτές πληροφορήθηκα τον θάνατο του ξεχασμένου αλλά μεγάλου Έλληνα σκηνοθέτη Νίκου Παπατάκη. Τον λέω ξεχασμένο γιατί παρόλο που έχει γυρίσει μια από τις καλύτερες, για μένα τουλάχιστον, ελληνικές ταινίες όλων των εποχών, το όνομά του δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό. Όταν πριν από χρόνια είδα στην τηλεόραση την ταινία του "Βοσκοί" ή "Βοσκοί της συμφοράς" ή "Les pâtres du désordre" στα Γαλλικά, είχα ενθουσιαστεί με τον άγριο συναισθηματισμό της ταινίας και την εντυπωσιακή σκηνοθεσία της με αποτέλεσμα να την εκτιμήσω όσο λίγες ελληνικές ταινίες έχω εκτιμήσει.
Ο θάνατος του Παπατάκη σε ηλικία 92 ετών με ώθησε να ψάξω πάλι τις δυσεύρετες ταινίες του. Η μόνη που βρήκα ήταν το Les abysses. Μου απέδειξε για άλλη μια φορά το ταλέντο του με την ταινία του αυτή. Μπορεί να μην την βρήκα τόσο καλή όσο του Βοσκούς αλλά δεν παύει να είναι μια πολύ καλή ταινία, ενδεικτική για την πορεία που επρόκειτο να ακολουθήσει ο Παπατάκης.
Αφορμή για την ιστορία που μας αφηγείται στάθηκε ένα περιστατικό που είχε συγκλονίσει την Γαλλική κοινωνία το 1930, το έγκλημα των αδερφών Παπίν, που δολοφόνησαν τα αφεντικά τους στο σπίτι όπου εργάζονταν ως υπηρέτριες. Το περιστατικό αυτό έθιξε πολλά ταμπού και προκάλεσε έντονες συζητήσεις σε ακαδημαϊκούς αλλά και φιλοσοφικούς κύκλους. Η εξέγερση της εργατικής τάξης απέναντι στην καταπίεση των αφεντικών αλλά και η ομοφυλοφιλία και η αιμομιξία (καθώς οι αδερφές φαίνεται να είχαν και ερωτικές σχέσεις μεταξύ τους), συντάραξαν την Γαλλική κοινωνία αφήνοντας ανοιχτές πληγές που δεν είχαν κλείσει ούτε καν μετά από 36 χρόνια όπως φαίνεται από τις αντιδράσεις που προκάλεσε η προβολή της ταινίας στο φεστιβάλ των Καννών το 1963.
Με το ίδιο θέμα ασχολήθηκε και ο Claude Chabrol στο La ceremonie. Ο Παπατάκης όμως με το Les abysses κάνει μια πολύ διαφορετική ταινία σε σχέση με την πολύ καλή ταινία του Chabrol.

Από την αρχή κιόλας δημιούργησε μια άρρωστη, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, που ξεχείλιζε από την οργή των δύο γυναικών οι οποίες ήταν εγκλωβισμένες μέσα σε αυτή την κατάσταση χωρίς καμία ελπίδα διεξόδου καθώς επειδή δεν είχαν πληρωθεί για τρία ολόκληρα χρόνια δεν είχαν καν την δυνατότητα να εγκαταλείψουν το σπίτι αυτό και να αναζητήσουν την τύχη τους κάπου αλλού. Η οργή τους αυτή άρχισε να αγγίζει τα όρια της παράνοιας όταν τα αφεντικα τους επισκεύτηκαν απροειδοποίητα το σπίτι το οποίο όντας απομονωμένο μέσα στην ερημιά, έμοιαζε με μια εξορία για τις δύο κοπέλες. Η κατάσταση άρχισε να φεύγει από τον έλεγχο τόσο έντονα που η ταινία άρχισε να αποκτά μια περίεργη ατμόσφαιρα που κατέληγε να ακροβατεί μεταξύ του σουρεαλισμού, του τρόμου και του ακραίου ψυχολογικού δράματος.

Η έντονη θεατρικότητα των ερμηνειών που προέκυπτε μέσα από μια υπερβολη στις κινήσεις των ηθοποιών και τα ακραία συναισθηματικά τους ξεσπάσματα, ενίσχυε αυτή την περίεργη και άβολη αίσθηση που αφήνει στον θεατή η ταινία, ο οποίος αρχίζει και αυτός σταδιακά να παρασύρεται από το πνεύμα της ταινίας περιμένοντας την καταστροφή, μη γνωρίζοντας όμως πότε και πως αυτή θα προκύψει.
Η ταινία ασχολείται περισσότερο με την ψυχοσύνθεση των δύο γυναικών εκείνο το βράδυ της καταστροφής. Δεν αναζητά τους λόγους που τις ώθησαν εκεί. Τις παρουσιάζει ήδη να βρίσκονται εκτός ορίων. Δεν νομίζω η ταινία να ακολουθεί τα πραγματικά περιστατικά. Από τα λίγα που διάβασα για τις αδερφές Papin, φαίνεται ότι το έγκλημά τους διαπράχθηκε κάπως διαφορετικά. Η εκδοχή που παρουσιάζεται στην ταινία αυτή δεν αναζητά την αλήθεια γύρω από τα γεγονότα. Στηρίζεται σε αυτά προκειμένου να μας δώσει ένα πιο υπερβολικό, άμεσο και βίαιο Repulsion, αν μπορούν να μου επιτραπούν οι όποιες συγκρίσεις. Δεν ασχολήθηκε άλλωστε καθόλου με την σχέση μεταξύ των δύο αδελφών και τις περίεργες κατευθύνσεις που είχε λάβει στην πραγματικότητα, παρουσιάζοντας απλά τις δύο ηρωίδες του να είναι πλήρως εξαρτημένες η μια από την άλλη. Δεν γνωρίζω τον λόγο για τον οποίο το έκανε αυτό αλλά υποπτεύομαι ότι θέλησαν να αποφύγουν νέες προκλήσεις του κοινού αισθήματος.
Ομολογουμένως περίεργη και δύσκολη ταινία που όμως δεν έχω σταματήσει να την σκέφτομαι εδώ και 24 ώρες. Ελπίζω να βρω και άλλες ταινίες του Παπατάκη σύντομα. Σας προτείνω ανεπιφύλακτα τους Βοσκούς πάντως